
Οδηγεί ένας παπάς το σαραβαλάκι του και τρακάρει από απροσεξία έναν με Ferrari. Σκόνη και θρύψαλα, που λέει ο λόγος, το πανάκριβο αυτοκίνητο. Βγαίνει ο οδηγός έξω έξαλλος και βάζει τις φωνές στον παπά.
Ο παπάς ήρεμος και μειλίχιος του λέει:
-Ηρέμησε, τέκνον μου. Μην αναστατώνεσαι για τα παλιοσίδερα. Να δοξάζεις το Θεό, που εμείς οι δύο δεν πάθαμε ούτε γρατζουνιά. Θα μπορούσαμε τώρα να τρέχουμε σε κανένα νοσοκομείο ή πολύ χειρότερα να πηγαίναμε για τα θυμαράκια.
Με τα πολλά το σκέφτηκε και το ξανασκέφτηκε ο πλούσιος και συμφώνησε. Τότε ο παπάς βγάζει από το αμάξι του ένα μπουκάλι μαυροδάφνη και του προσφέρει:
-Το είχα για τη Θεία Κοινωνία αλλά μιας και τα έφερε έτσι ο Θεός, πιες ένα ποτηράκι να συνέλθεις. Από ποτηράκι σε ποτηράκι τελικά ο πλούσιος κατέβασε σχεδόν όλο το μπουκάλι. Κάποια στιγμή λέει στον παπά:
-Δεν είναι σωστό να το πίνω μόνος μου. Πιες κι εσύ λίγο να μου κάνεις παρέα.
Και του απαντά ο παπάς:
-Εγώ θα πιω αργότερα, αφού έλθει η αστυνομία για το αλκοτέστ…