
Μου το βεβαιώνει η συνείδησή μου πριν απ’ όλα.
Κατόπιν ο νους μου και η βούληση μου.
Πρώτον, η συνείδηση μου λέει: τόσα πάθη που υπέστη ο Χριστός για το καλό και τη σωτηρία των ανθρώπων δεν θα μπορούσαν να επιβραβευτούν με τίποτε άλλο παρά με την ανάσταση και την υπερκόσμια δόξα. Τα ανείπωτα πάθη του Δικαίου στεφανώθηκαν με την ανείπωτη δόξα. Αυτό μου δίνει ικανοποίηση και ηρεμία.
Δεύτερον, ο νους μού λέει: χωρίς την λαμπρή αναστάσιμη νίκη όλο το έργο του Υιού του Θεού θα παρέμενε στον τάφο, ολόκληρη η αποστολή Του θα ήταν μάταιη.
Τρίτον, η βούληση μού λέει: η ανάσταση του Χριστού με έσωσε από τους ταλαντευόμενους δισταγμούς ανάμεσα στο καλό και το κακό, και με θέτει αποφασιστικά στον δρόμο του καλού. Και αυτό μου φωτίζει τον δρόμο και μου δίνει στήριγμα και δύναμη.
Εκτός από τις τρεις φωνές, οι οποίες από μέσα μου βεβαιώνουν εμένα, υπάρχουν και άλλοι ασφαλώς μάρτυρες, που το βεβαιώνουν.
Είναι οι ένδοξες μυροφόρες γυναίκες, είναι οι δώδεκα μεγάλοι απόστολοι, και πέντε εκατοντάδες άλλων μαρτύρων, που όλοι μετά την ανάστασή Του Τον έβλεπαν και Τον άκουγαν, όχι στον ύπνο τους αλλά στην πραγματικότητα, και όχι μόνο για ένα λεπτό αλλά για σαράντα ολόκληρες ημέρες.
Μου το βεβαιώνει εκείνος ο πύρινος Σαύλος ο μεγαλύτερος Εβραίος διώκτης του χριστιανισμού· μου το μαρτυρεί, ότι είδε εκείνο το φώς του αναστηθέντα Κυρίου καταμεσής της ημέρας, και ότι άκουσε τη φωνή Του, και ότι υπάκουσε την εντολή Του.
Μαρτυρία παίρνω και από τους αμαρτωλούς και τους αντιπάλους του Χριστού. Μονο και μόνο με το ότι αυτοί, ως αμαρτωλοί και μοχθηροί, απορρίπτουν την ανάσταση του Χριστού εγώ βεβαιώνομαι για το αντίθετο.
Γιατί χωρίς την Ανάσταση του Χριστού δεν θα υπήρχε ούτε καν η λέξη στις ανθρώπινες γλώσσες. Όταν ο Παύλος πρώτη φορά πρόφερε αυτή τη λέξη στην πολιτισμένη Αθήνα, οι Αθηναίοι εξεπλάγησαν και αναστατώθηκαν.
Και έτσι, τέκνα του Θεού, σας χαιρετώ κι εγώ.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται.