Η σοφία των Αγίων μου έβγαλε … κόκκινη κάρτα

Θα κοιτάξω να εξιλεώσω Το … Διαιτητή να με ξαναβάλει στον αγώνα

Τὸ νά γνωρίζουμε τὴν πονηρία τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ τὸ κακό πού κάνουν οἱ ἄλλοι, μικρὸ ἢ μεγάλο, μᾶς ἀλλοιώνει τὴν λογική, μᾶς ἐξασθενεί τίς δυνάμεις μας, διότι δέν συμμαρτυρεῖ μὲ τὸν Θεό.

Τελικὰ ἔχουμε ἀδιαλείπτως ἕναν πειρασμὸ μπροστὰ μας.

Γι’ αὐτὸ δέν πρέπει νά θέλουμε νά μαθαίνουμε, νά γνωρίζουμε τί κάνει ὁ ἄλλος. Ἂν ἔρθουν ἄν μοῦ μιλήσουν γιά ἄλλους, θὰ τοὺς κλείσω τὸ στόμα ἢ θὰ σηκωθῶ νά φύγω. Καὶ ἂν κάποιος ἔρθει νά μοῦ πεῖ τὸν πόνο του, θὰ τοῦ πῶ:, δέν ἔχεις Γέροντα; στόν Γέροντά σου νά μιλήσεις.

Καὶ ἄν μοῦ ἀπαντήσει ὅτι δέν ἔχει, θὰ τοῦ πῶ: Νά βρεῖς! Ἐγὼ δέν εἶμαι Πνευματικός…πήγαινε νά βρεῖς ἔναν Πνευματικό πού θὰ μπορεῖ νά σὲ παρακολουθεῖ. Ξέφυγε δηλαδὴ ἐσὺ τὴν ἁμαρτία τοῦ ἄλλου. Ὄσο μένεις ἄτρωτος ἀπὸ τὰ κακὰ τοῦ ἄλλου, τὸν βοηθᾶς.

Διότι, μόλις ὁ ἄλλος σοῦ πεῖ κάτι κακό, ἀμέσως ξεπέφτει στά μάτια σου καὶ μειώνεται ἡ ἀγάπη σου, ὄσο καὶ ἂν νομίζεις ὅτι τὸν βοηθᾶς. Ἔτσι εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι. Καταστρέφεται ὅλως διόλου ἡ ἀγάπη μας καὶ πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ἐφ’ ὅσον ἀναμειγνυόμεθα στήν ἰδιωτικὴ ζωὴ τους. Αὐτὴ εἶναι ὑπόθεση μόνο τοῦ ἁρμοδίου προσώπου καί ποτέ ἐμοῦ τοῦ μοναχοῦ ἢ λαϊκοῦ.

Τὸ νά ἀγαθοποιῷ ὅσους μὲ κακοποιοῦν, μὲ ὁδηγεῖ στήν εἰρήνη. Διότι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τελικῶς μᾶς βάζουν προσκόμματα. Μὲ ἔναν λόγο, μὲ ἕνα βλέμμα, μὲ τὸ περπάτημα τους, μὲ τὴν χαρὰ τους, μὲ τὴν λύπη τους, παρεμβαίνουν στήν πορεία μας. γι’ αὐτὸ χρειάζεται φόβος καὶ τρόμος, μὴν τυχὸν καὶ ἀντιδράσωμε στά προσκόμματα πού μᾶς βάζουν καὶ διασαλευθεῖ ἡ εἰρήνη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδίας μας, μήπως δηλαδὴ προκαλέσωμε τὸν χωρισμὸ ἀπὸ τὸν Θεόν.

Χρειάζεται φόβος καὶ τρόμος, μὴν τυχὸν καὶ περιφρονήσω τὸν ἀδελφό μου, μὴν τυχὸν νομίζω ὅτι αὐτὸς εἶναι ὑπεύθυνος γιά τὶς συμφορές μου, διότι αὐτὸ εἶναι ξεπεσμός μου ἀπὸ τὸν Θεόν.

Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ τονίζει: «Οὐδέποτε φταίει ὁ ἄλλος γιά κάποιο παράπτωμα, πάντοτε φταῖς ἐσύ». Δέν σοῦ φταίει ὁ ἄλλος ἐπειδὴ ἐσὺ κουράσθηκες, ἁμάρτησες, δυσπίστησες, ἀλλοιώθηκες. Βλέπεις κάποιον νά τρώη μὲ τὰ χέρια του καὶ ἀγανακτεῖς. Αὐτὸ δείχνει σαφῶς ὅτι δέν ἄρχισες ἀκόμη τὴν πνευματικὴ σου ζωή. Ἡ ἄσκησίς σου εἶναι στά προοίμια.

Γιά νά μπορέσης νά ξεπεράσης αὐτοὺς τούς σκοπέλους, νά ἀγαθοποιεῖς ὅποιον σὲ κακοποιεῖ. Σκόρπα, ὄσο μπορείς, ἀγαθότητα. Εἶσαι στόν κόσμο; Μπορεῖς νά τοῦ βρεῖς δουλειά. Εἶσαι στό Μοναστῆρι; Ἐὰν σὲ καταρασθεῖ, νά τὸν εὐλογήσης, ἐὰν σὲ χτυπήση ἀπὸ τὴν δεξιὰ σιαγώνα, να τοῦ πεῖς, χτύπα μὲ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη. Δεῖξε τὴν ἀγάπη σου, ἀνάλογα μὲ τό πῶς σοῦ ἀνοίγει δρόμο ὁ ἴδιος ὁ Θεός.

Ὅμως διαρκῶς συμβαίνουν στήν ζωὴ μας ἀπρόοπτα. Ἔρχεσαι στό Μοναστῆρι γιά νά βρεῖς πνευματικὴ ζωή, καὶ συναντᾶς κακούς. Εἶναι ἀπρόοπτο. Ζητᾶς κελλὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ μοναστηριοῦ πού δέν ἔχει ὑγρασία, τὸ ἀποκτᾶς, διαπιστώνεις ὅμως ὅτι ἡ θάλασσα σοῦ προκαλεῖ ἀλλεργία, ὁπότε δέν μπορεῖς νά χαρεῖς οὔτε τὴν ἡμέρα, οὔτε τὴν νύχτα. Ἀμέσως θὰ σοῦ πεῖ ὁ λογισμός, σήκω νά φύγῃς. Εἶναι ἀπρόοπτο. Σὲ πλησιάζω μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶσαι καλὸς ἄνθρωπος καὶ βλέπω ὅτι εἶσαι ἀνάποδος. Ἀπρόοπτο.

Παρουσιάζονται συνεχῶς ἀπρόοπτα ἐνώπιον μας, διότι ἔχομε θέλημα καὶ ἐπιθυμίες. Τὰ ἀπρόοπτα εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα καὶ τὴν ἐπιθυμία μας, γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς φαίνονται ἀπρόοπτα, στήν οὐσία ὅμως δέν εἶναι. Διότι ἄνθρωπός πού ἀγαπᾷ τὸν Θεὸν προσδοκᾷ τὰ πάντα καὶ λέγει πάντοτε: «γενηθήτω τὸ θέλημά σου». Θὰ ἔρθη βροχή, λαίλαπα, χαλάζι, κεραυνός; « Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον». Ἐπειδὴ αὐτὰ κοστίζουν στήν σαρκικότητα μας, γι’ αὐτὸ ἐμεῖς τὰ βλέπομε ὡς ἀπρόοπτα.

Γιά νά μὴν ταράσσεσαι λοιπὸν κάθε φορὰ καὶ στεναχωριέσαι, γιά νά μὴν ἀγωνιᾶς καὶ προβληματίζεσαι, νά τὰ περιμένῃς ὅλα, νά μπορεῖς νά ὑπομένῃς ὅ,τι ἔρχεται. Πάντα νά λες, καλῶς ᾖλθες ἀρρώστια, καλῶς ᾖλθες ἀποτυχία, καλῶς ᾖλθες μαρτύριο. Αὐτὸ φέρνει τὴν πραότητα, ἄνευ τῆς ὁποίας δέν μπορεῖ νά ὑπάρχῃ καμία πνευματικὴ ζωή.

Όσιος Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Κοινοποιεί ο Ηλίας Σκουντριάνος

Αφήστε μια απάντηση