Το ξέρεις ότι για μία και μόνο ανεξομολόγητη αμαρτία μπορεί να κολαστείς;

Από Αμαρτωλών Σωτηρία:

1) ΄Ηταν μια πλούσια και ευγενής γυναίκα, που είχε διαπράξει αισχρότατο αμάρτημα και δεν το είπε σε κανένα πνευματικό από την ντροπή της και από το φόβο, μη μαθευτεί. Μια μέρα πέρασε από την πόλη εκείνη ένας ξένος ιερομόναχος με τον υποτακτικό του, που πήγαιναν, για να προσκυνήσουν τον ΄Αγιο Τάφο και βλέποντάς τους η γυναίκα στην εκκλησία σκέφτηκε, ότι ήταν μια καλή ευκαιρία, να εξομολογηθεί σε εκείνον, που ήταν άγνωστος, το αμάρτημα αυτό. Πήγε λοιπόν αλλά ενώ εξομολογήθηκε όλα τα υπόλοιπα αμαρτήματά της, όταν ερχόταν η στιγμή να ξεστομίσει αυτό, ο διάβολος της έβαζε τόσο μεγάλη ντροπή και κοκκίνιζε και δεν μπορούσε, να το πει. 

Ο υποτακτικός του πνευματικού, που στεκόταν παραπέρα, έβλεπε να βγαίνει από το στόμα της γυναίκας ένα φίδι για κάθε αμάρτημα που εξομολογείτο. Και μετά είδε ένα μεγάλο φίδι, να βγάζει τρεις φορές το κεφάλι του από το στόμα της  αλλά να ξαναμπαίνει μέσα. ΄Οταν έφυγε η γυναίκα, πήγε και το είπε στον πνευματικό κι εκείνος κατάλαβε, ότι από την ντροπή της είχε αφήσει ένα μεγάλο αμάρτημα ανεξομολόγητο. Τότε έτρεξε, να προλάβει τη γυναίκα, για να της αποκαλύψει το όραμα του υποτακτικού και να την παρακινήσει, να πει και αυτήν την αμαρτία αλλά όταν τη βρήκαν στο σπίτι της ήταν ήδη νεκρή. 

Οι δυο τους έκλαψαν και έκαναν δέηση στον Κύριο, να τους αποκαλύψει, τι απέγινε η ψυχή της. Κια τότε τη βλέπουν, να κάθεται πάνω σε ένα φοβερό δράκοντα και να είναι περικυκλωμένη από δύο άλλα φίδια και να της προξενούν ανείκαστη οδύνη. Τότε την άκουσαν, να τους λέει: “Εγώ είμαι η άσεμνη γυναίκα που εξομολογήθηκα σήμερα και επειδή δεν είπα ένα αμάρτηξμα, με παρέδωσε ο Κριτής στο δράκοντα, να καίγομαι στην αιώνια κόλαση. Διότι με καρτερούσε τόσον καιρό, να το εξομολογηθώ και εγώ από την ντροπή μου το έκρυψα. Και τώρα δεν έχω πια καμιά ελπίδα σωτηρίας.” Και αμέσως εξαφανίστηκε.

2) Σε ένα γυναικείο μοναστήρι ήταν μοναχή και μια ανηψιά της ηγουμένης. Αυτή αγάπησε πολύ ένα νέο, ο οποίος ερχόταν συχνά στο μοναστήρι, για να βλέπει την αδελφή του και τον πόθησε τόσο που γύρευε τρόπο, να αμαρτήσει εμπράκτως μαζί του. ΄Ομως αυτό δεν έγινε ποτέ παρά μόνο με το νου και τη διάνοια. Πριν πεθάνει, εξομολογήθηκε όλα τα υπόλοιπα αμαρτήματά της εκτός από αυτό. Η ηγουμένη που την αγαπούσε πολύ και της έκανε και όλα τα μνημόσυνα, παρακαλούσε τον Κύριο, να της φανερώσει σε ποιο τόπο βρισκόταν. Αφού λοιπόν προσευχήθηκε πολύ με νηστείες και δάκρυα, είδε την ανηψιά της ζοφερή και άσχημη στο όραμά της, να της ομολογεί, ότι κολάστηκε. Τότε απόρησε, πώς έγινε αυτό για μαι επιθυμία της σάρκας που ποτέ δεν έγινε πράξη και η μοναχή της απάντησε: “Μην απορείς, γιατί δίκαια κολάστηκα, επειδή τα μάτια του Υψίστου δεν αντέχουν, να βλέπουν τον ρύπο πράξης ή σκέψης που δεν ξεπλύθηκε με την αγία εξομολόγηση. Εγώ μπορεί, να μην αμάρτησα με την πράξη αλλά το έκανα με τη σκέψη και αν έβρισκα τον τρόπο, θα έκανα και το έργο. Να ξέρεις, ότι πολλοί όχι μόνο κοσμικοί αλλά και μοναχοί κολάζονται, διότι αμελούν την εξομολόγηση.”

Αυτά άκουσε η ηγουμένη και οδυρόταν για την απώλεια της ανηψιάς της.

(Να ξέρετε, ότι κάθε μια από αυτές τις γυναίκες που κολάστηκαν, επειδή άφησαν ανεξομολόγητες αμαρτίες από ντροπή, θα προτιμούσαν χίλιες φορές, να αναστηθούν και να πηγαίνουν από πόλη σε πόλη και να βροντοφωνάζουν τις αμαρτίες τους, προκειμένου να γλυτώσουν την αιώνια κόλαση. ΄Εχουμε δει και πολλούς να σώζονται, επειδή είχαν μόνο τη σκέψη, να πράξουν το αγαθό. Ομοίως κολάζονται και όσοι έχουν μόνο τη σκέψη, να πράξουν το πονηρό. Και ας μην ξεχνάμε και τα λόγια του Ιησού: “Ο εμβλέψας γυναικί προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν εν τη καρδία αυτού.”)

Αφήστε μια απάντηση