
1. Ακούσαμε την μαινάδα, δηλαδή την γαστριμαργία, πού μόλις πρό ολίγου μας ανέφερε ότι ιδικός της απόγονος είναι ο σαρκικός πόλεμος. Διότι μας το διδάσκει αυτό και ο παλαιός εκείνος προπάτωρ, ο Αδάμ, ο οποίος εάν δεν είχε νικηθή από την κοιλία, δεν θα ερχόταν σε σαρκική σχέσι με την σύζυγό του. Όσοι λοιπόν τηρούν την πρώτη εντολή, δεν πέφτουν στην δεύτερη παράβασι. Και παραμένουν βεβαίως υιοί του Αδάμ, χωρίς όμως να δοκιμάσουν και να γνωρίσουν την πτώσι του Αδάμ, σε μία κατάστασι ολίγο κατωτέρα από τους Αγγέλους. Και τούτο, για να μη γίνη το κακό αθάνατο, όπως λέγει ο Άγιος που ονομάζεται Θεολόγος [1].
2. Αγνεία σημαίνει απόκτησις της ασωμάτου φύσεως. Αγνεία σημαίνει ζηλευτός οίκος του Χριστού και επίγειος ουρανός της καρδιάς. Αγνεία σημαίνει υπερφυσική απάρνησις της ανθρωπίνης φύσεως, μία αληθινά παράδοξη άμιλλα σώματος θνητού και φθαρτού προς τους ασωμάτους αγγέλους. Αγνός είναι εκείνος πού με τον ένα έρωτα απέκρουσε τον άλλο έρωτα, και έσβησε τα υλικό με το άϋλο πύρ.
3. Σωφροσύνη σημαίνει γενική ονομασία όλων των αρετών. Σώφρων είναι εκείνος πού και κατά τον ύπνο δεν αισθάνεται καμμία σαρκική κίνησι ή αλλοίωσι της καταστάσεώς του. Σώφρων είναι εκείνος πού απέκτησε τελεία αναισθησία ως προς την διαφορά του φύλου. Αυτός είναι ο κανών και ο όρος της τελείας και πανάγνου αγνείας, το να συμπεριφέρεται κανείς παρόμοια και προς τα έμψυχα και προς τα άψυχα σώματα, και προς τα λογικά και προς τα άλογα.
4. Κανείς από όσους ήσκησαν την αγνεία ας μη θεωρή δικό του κατόρθωμα την απόκτησί της. Διότι το να νικήση κανείς την φύσι του είναι από τα ανέλπιστα. Όπου πραγματοποιήθηκε ήττα της φύσεως, εκεί φανερώθηκε η παρουσία του υπερφυσικού. Διότι χωρίς καμμία αντιλογία το κατώτερο καταργείται από το ανώτερο. Η αρχή της αγνείας είναι η μη συγκατάθεσις στους σαρκικούς λογισμούς, καθώς και οι αραιές καθ΄ ύπνον ρεύσεις χωρίς αισχρά όνειρα. Το μέσον της αγνείας είναι η παρουσία φυσικών κινήσεων στην σάρκα, μόνο εξ αιτίας πολυφαγίας, χωρίς εικόνες σαρκικές και χωρίς ρεύσεις. Το τέλος δε είναι η νέκρωσις του σώματος, αφού προηγουμένως ενεκρώθηκαν οι σαρκικοί λογισμοί.
5. Μακάριος αληθινά εκείνος πού εμπρός σε οποιοδήποτε σώμα και χρώμα και ηλικία απέκτησε τελεία αναισθησία.
6. Αγνός δεν θεωρείται εκείνος πού εφύλαξε αρρύπωτο το πήλινο σώμα του, αλλ΄ εκείνος πού υπέταξε τα σωματικά μέλη στην ψυχή είναι ο τελείως αγνός.
7. Μέγας είναι εκείνος ο οποίος στην αφή παρέμεινε απαθής. Ανώτερος όμως είναι εκείνος πού έμεινε άτρωτος από την θέα, και ενίκησε την θέα του σαρκικού πυρός με την σκέψι του ουρανίου κάλλους.
8. Εκείνος πού απομακρύνει τον κύνα με την προσευχή, ομοιάζει με αυτόν που παλεύει με λέοντα. Εκείνος πού τον ανατρέπει με την αντίρρησι, ομοιάζει με αυτόν πού καταδιώκει ακόμη τον εχθρό του. Και εκείνος που ολοτελώς εξουδετέρωσε τις επιθέσεις, μολονότι ζή ακόμη με την σάρκα, ήδη έχει αναστηθή από τον τάφο.
9. Αν είναι απόδειξις της αληθινής αγνείας το να μην επηρεάζεται κανείς από τις αισχρές φαντασίες πού παρουσιάζονται στον ύπνο, οπωσδήποτε το όριο της λαγνείας είναι το να παθαίνη κανείς ρεύσι από αισχρές ενθυμήσεις ξύπνιος.
10. Όποιος πολεμά τούτον τον αντίδικο με ιδρώτες και μόχθους, είναι σαν να έδεσε τον εχθρό του με ένα βούρλο. Όποιος τον πολεμά με την εγκράτεια και την αγρυπνία, είναι σαν να του πέρασε αλυσίδες. Και όποιος τον πολεμά με την ταπεινοφροσύνη και την αοργησία και την δίψα, είναι σαν να τον εφόνευσε και τον έκρυψε στην άμμο. Άμμο να θεωρήσης την ταπείνωσι, διότι η άμμος δεν παρέχει βοσκή στα πάθη, αλλά είναι χώμα και στάκτη.
11. Άλλος είναι εκείνος πού έδεσε τον τύραννο με τους αγώνες, άλλος εκείνος πού τον έδεσε με την ταπείνωσι, και άλλος εκείνος πού τον έδεσε με την παρέμβασι και εμφάνεια του Θεού. Και ομοιάζουν ο πρώτος με τον αυγερινό, ο δεύτερος με την πανσέληνο και ο τρίτος με τον ολόλαμπρο ήλιο. Ωστόσο και οι τρείς έχουν το πολίτευμά τους στους ουρανούς. Από την αυγή γεννάται το φως, και από το φως προβάλλει ο ήλιος. Έτσι ανάλογα πρέπει να σκεφθούμε και να βρούμε το αντίστοιχο νόημα σ΄ αυτά πού είπαμε.
12. Η αλεπού υποκρίνεται πώς κοιμάται. Ο δαίμων δε και το σώμα υποκρίνονται σωφροσύνη. Και η μέν αλεπού, για να εξαπατήση την όρνιθα. Ο δαίμων, για να καταστρέψη την ψυχή.
13. Μην εμπιστευθής στην ζωή σου το πήλινο σώμα, και μη ξεθαρρέψης μαζί του, μέχρις ότου συναντήσης τον Χριστόν.
14. Μην παίρνεις θάρρος και νομίζης ότι λόγω της εγκρατείας σου θα σωθής από την πτώσι. Κάποιος χωρίς να τρώγη τίποτε έπεσε από τον ουρανό [2].
15. Μερικοί γνωστικοί πού έδωσαν ορθό ορισμό της αποταγής, την εχαρακτήρισαν ως έχθρα προς το σώμα και μάχη προς την κοιλία.
16. Στους αρχαρίους οι πτώσεις κατά κανόνα συμβαίνουν από την απόλαυσι των φαγητών. Στους μεσαίους, και από υπερηφάνεια, πράγμα πού παρατηρείται βέβαια και στους αρχαρίους. Σ΄ εκείνους δε που πλησιάζουν προς την τελειότητα, αποκλειστικά εξ αιτίας της κατακρίσεως.
17. Μερικοί μακαρίζουν όσους γεννήθηκαν ευνούχοι, διότι, όπως λέγουν, έχουν λυτρωθή από την τυραννία του σώματος. Εγώ όμως μακαρίζω όσους γίνονται καθημερινά ευνούχοι και ακρωτηριάζουν τους εαυτούς των χρησιμοποιώντας ως μάχαιρα τον υγιή λογισμό.
18. Έχω ιδεί μερικούς πού έπεσαν ακουσίως, και έχω ιδεί άλλους που επιθυμούσαν την πτώσι, αλλά δεν την κατώρθωναν? και τους ελεεινολόγησα περισσότερο από εκείνους πού αμαρτάνουν κάθε ημέρα, διότι παρά την αδυναμία τους επιθυμούσαν την δυσωδία.
19. Ελεεινός όποιος πέφτει. Ελεεινότερος όμως όποιος παρασύρει και άλλον στην πτώσι. Διότι και των δύο πτώσεων την ενοχή και την εφάμαρτη ηδονή, τα παίρνει επάνω του.
20. Μην προσπαθής με εύλογα επιχειρήματα και αντιρρήσεις να αποκρούσης τον δαίμονα της πορνείας, διότι εκείνος έχει με το μέρος του τις ευλογοφανείς προφάσεις, αφού μας πολεμεί με σύμμαχο την φύσι μας.
21. Όποιος απεφάσισε να πολεμήση ή να νικήση την σάρκα του με τις ιδικές του δυνάμεις, άδικα τρέχη. Εάν ο Κύριος δεν γκρεμίση τον οίκο της σαρκός και δεν οικοδομήση τον οίκο της ψυχής, άδικα αγρύπνησε και ενήστευσε αυτός που απεφάσισε να γκρεμίση τον οίκο (πρβλ. Ψαλμ. ρκς΄ 1).
22. Ανάθεσε στον Κύριον την ασθένεια της φύσεώς σου, αναγνωρίζοντας πλήρως την ιδική σου αδυναμία, και τότε θα λάβης το χάρισμα της σωφροσύνης, χωρίς να το καταλάβης.
23. Σ΄ εκείνους πού είναι έκδοτοι στις ηδονές παρατηρείται, όπως μου διηγήθηκε κάποιος απ΄ αυτούς πού τα εδοκίμασε, μετά την ανάνηψί του, μία αίσθησις έρωτος σωμάτων, και ένα πνεύμα γεμάτο αναίδεια και απανθρωπιά θρονιασμένο αισθητά στην καρδιά. Αυτό το πνεύμα προξενεί στον πολεμούμενο άνθρωπο πόνο στην καρδιά πού τον καίει σαν φλογερό καμίνι. Τον κάνει επίσης να μη φοβήται τον Θεόν, να μη λογαριάζη καθόλου την μνήμη της κολάσεως, να βδελύσσεται την προσευχή, και κατά την ώρα της διαπράξεως της αμαρτίας, και τα λείψανα ακόμη των νεκρών να τα θεωρή σαν ξηρούς λίθους. Τον κάνει εκτός εαυτού και έξω φρενών, μεθυσμένον συνεχώς από την επιθυμία σωμάτων λογικών ανθρώπων και αλόγων ζώων! Και αν ο Θεός δεν συντόμευε τον χρόνο της κυριαρχίας του, δεν θα σωζόταν καμμία ψυχή (πρβλ. Ματθ. κδ΄ 22) καμμία ψυχή που έχει ενδυθή το πήλινο αυτό σώμα, το αναμεμειγμένο με αίμα και ρυπαρό χυμό. Και πώς μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού κάθε πράγμα αναζητεί με σφοδρότητα ό,τι του είναι συγγενικό; Το αίμα αναζητεί το αίμα, το σκουλήκι το σκουλήκι, ο πηλός τον πηλό. Έτσι και η σάρκα την σάρκα, έστω και αν προσπαθούμε εμείς οι βιασταί της φύσεως και ερασταί της ουρανίου βασιλείας να εξαπατήσουμε με διάφορα τεχνάσματα την απατεώνα, δηλαδή την σάρκα.
24. Όσοι δεν εδοκίμασαν τον πόλεμο πού προανέφερα είναι μακάριοι. Ας παρακαλούμε ώστε να σωθούμε για πάντα από την δοκιμή του, διότι εκείνοι πού εγλύστρησαν μέσα σ΄ αυτόν τον βόθρο, πέφτουν πολύ μακρυά από όσους ανεβαίνουν και κατεβαίνουν την ουρανοδρόμο κλίμακα και για να σηκωθούν έχουν ανάγκη από πολλούς ιδρώτες και αυστηρότατη νηστεία.
25. Ας εξετάσωμε μήπως και οι αόρατοι εχθροί μας, όπως συμβαίνει και στον αισθητό πόλεμο, καθώς είναι παρατεταγμένοι εναντίον μας, έχουν ο καθένας κάποια ωρισμένη ειδικότητα και εργασία, πράγμα όντως αξιοθαύμαστο.
26. Παρηκολούθησα τους πειραζομένους και είδα πτώσεις φοβερώτερες από τις συνήθεις. Όποιος διαθέτει νού ας τα ακούη. Συνηθίζει πολλές φορές ο διάβολος, και μάλιστα σ΄ όσους αγωνίζονται στον μοναχικό βίο, να στρέφη όλη του την ορμητικότητα και τον ζήλο και την τέχνη και την πανουργία και την εφευρετικότητα, στις παρά φύσιν και όχι στις κατά φύσιν αμαρτίες, και σ΄ αυτόν τον τομέα τους κάνει να πολεμούνται περισσότερο. Ως εκ τούτου συναναστρεφόμενοι μερικοί ωρισμένες φορές με γυναίκες και μη ενοχλούμενοι από σαρκική επιθυμία, εμακάρισαν τον εαυτόν τους, μη γνωρίζοντες οι ταλαίπωροι, ότι όπου υπάρχει όλεθρος μεγαλύτερος, δεν είναι απαραίτητος ο μικρότερος.
27. Έχω την γνώμη, ότι για τις δύο επόμενες αιτίες συνηθίζουν να πολεμούν και να πολιορκούν εμάς τους αθλίους οι φονικοί και πανάθλιοι δαίμονες στις παρά φύσιν αμαρτίες. Πρώτον διότι διαθέτουν ευκολώτερα τα μέσα, και δεύτερον διότι για την πτώσι αυτή υφιστάμεθα μεγαλύτερη τιμωρία. Το γνωρίζει τούτο ο μέγας ασκητής πού προηγουμένως εξουσίαζε τους αγρίους όνους και ύστερα εξουσιάζετο και περιεπαίζετο από αυτούς πού προηγουμένως ετρέφετο με ουράνιο άρτο, και έπειτα στερήθηκε την μεγάλη αυτή χάρι. Και το πιο αξιοθαύμαστο: Μετά την μετάνοιά του, θρηνώντας πικρά ο καθηγητής μας Αντώνιος είπε: «Στύλος μέγας έπεσεν». Αλλά απέκρυψε ο σοφός τον τρόπο της πτώσεως. Εγνώριζε βέβαια ότι μπορεί να μολύνη κανείς το σώμα του με την πορνεία, χωρίς να υπάρχη ξένο σώμα [3].
28. Υπάρχει μέσα μας ένας κίνδυνος θανάτου και ένας κίνδυνος ολεθρίου πτώσεως, πού συμπορεύεται πάντοτε μαζί μας και ιδίως κατά την περίοδο της νεότητος. Αυτά δεν είχα την τόλμη να τα γράψω, διότι μου κράτησε το χέρι εκείνος πού είπε: «Τά γάρ κρυφή γινόμενα υπό τινων, αισχρόν έστι καί λέγειν καί γράφειν καί ακούειν» (πρβλ. Έφεσ. ε΄ 12).
29. Την ιδική μου και όχι ιδική μου, την φιλική και εχθρική τούτη σάρκα ο Παύλος την απεκάλεσε «θάνατο», λέγοντας: «Τις με ρύσεται από του σώματος και του θανάτου τούτου»; (Ρωμ. ζ΄ 24). Και ένας άλλος θεολόγος την ωνόμασε «εμπαθή και δούλην και νυκτερινήν» [4]. Εγώ διψούσα να μάθω για ποιο λόγο της έδωσαν τέτοιου είδους ονόματα.
30. Εάν, όπως έχει προαναφερθή, η σάρκα είναι θάνατος, τότε οπωσδήποτε αυτός πού την ενίκησε δεν πρόκειται να πεθάνη. Και «τις έστιν άρα ο άνθρωπος εκείνος, ός ζήσεται και ούκ όψεται θάνατον μολυσμού σαρκός αυτού»; (πρβλ. Ψαλμ. πη΄ 49). Ας ερευνήσωμε, παρακαλώ: Ποιος είναι ανώτερος; Αυτός που πέθανε και έπειτα ανεστήθη ή αυτός πού δεν πέθανε καθόλου; Εκείνος που εμακάρισε τον δεύτερο, είπε ψέματα, διότι ο Χριστός ανέστη αφού πέθανε. Εκείνος πού εμακάρισε τον πρώτο, επιθυμεί να μην απελπίζωνται όσοι δοκιμάζουν τον θάνατο ή καλύτερα την πτώσι της αμαρτίας.
31. Φιλάνθρωπο ονομάζει τον Θεόν ο απάνθρωπος εχθρός, ο επικεφαλής της πορνείας, και ότι συγχωρεί εύκολα το πάθος αυτό, σαν κάτι το φυσικό. Ας παρατηρήσωμε δε την δολιότητα των δαιμόνων και θα ιδούμε ότι μετά την διάπραξι Τον ονομάζουν δικαιοκρίτη και αυστηρό. Προηγουμένως ενήργησαν έτσι, για να μας σπρώξουν στην αμαρτία. Τώρα διαφορετικά, για να μας καταποντίσουν στην απελπισία. Και όσο διαρκεί η λύπη και η απελπισία, δεν μπορούμε να ταλανίσωμε ή να κατηγορήσωμε τον εαυτόν μας ή να εκδικηθούμε τον δαίμονα για το αμάρτημα. Όταν όμως αφανισθή η απελπισία, ακολουθεί πάλι ο τύραννος πού ομιλεί για την φιλανθρωπία του Θεού.
32. Όσο άφθαρτος και ασώματος είναι ο Κύριος, τόσο ευφραίνεται με την αγνότητα και αφθαρσία του σώματός μας. Αντιθέτως οι δαίμονες, καθώς ισχυρίζονται μερικοί, με κανένα άλλο δεν χαίρονται τόσο, όσο με την δυσωδία της πορνείας, και με κανένα άλλο πάθος, όσο με τον μολυσμό του σώματος.
33. Η αγνεία είναι προσοικείωσις του Θεού και ομοίωσις προς Αυτόν, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο. Μητέρα της γλυκύτητος των καρπών είναι η καλή γη και η δροσιά της βροχής, και μητέρα της αγνείας η ησυχία μαζί με την υπακοή.
34. Η απάθεια του σώματος πού επιτυγχάνεται με την ησυχία, πολλές φορές πού επλησίασε στον κόσμο, δεν έμεινε ασάλευτη. Η απάθεια όμως πού αποκτήθηκε με την υπακοή, παρουσιάζεται παντού δόκιμη και ακράδαντη.
35. Είδα υπερηφάνεια πού προξένησε ταπεινοφροσύνη, και θυμήθηκα εκείνον πού λέγει: «Τις έγνω νούν Κυρίου»; (Ρωμ. ια΄ 34).
36. Η πτώσις είναι λάκκος και γέννημα της υπερηφανείας. Η πτώσις όμως υπήρξε πολλές φορές σ΄ όσους το θέλησαν αιτία ταπεινοφροσύνης.
37. Εκείνος πού θέλει να νικήση τον δαίμονα της πορνείας με την γαστριμαργία και τον χορτασμό, είναι όμοιος μ΄ εκείνον πού σβήνει την πυρκαϊά με το λάδι.
38. Εκείνος που προσεπάθησε να σταματήση τούτον τον πόλεμο μόνο με την εγκράτεια, είναι όμοιος μ΄ εκείνον πού κολυμπώντας με το ένα χέρι αγωνίζεται να βγή από το πέλαγος. Να συζεύξης με την εγκράτεια την ταπείνωσι, διότι χωρίς την δεύτερη, η πρώτη αποδεικνύεται ανωφελής.
39. Όποιος θα ιδή τον εαυτόν του να υποσκελίζεται ιδιαιτέρως από κάποιο πάθος, ας οπλισθή πρό πάντων εναντίον αυτού του πάθους μόνον, και μάλιστα εάν πρόκειται για τον εμφύλιο εχθρό, δηλαδή την σάρκα. Διότι εάν αυτός ο εχθρός δεν υποταγή, καθόλου δεν ωφελούμεθα από τις άλλες νίκες μας. Όταν και εμείς πατάξωμε τούτον τον Αιγύπτιο, θα αντικρύσουμε οπωσδήποτε στην βάτο της ταπεινώσεως τον Θεόν. Πειραζόμενος εγώ αισθάνθηκα ότι ο λύκος αυτός δημιουργούσε απατηλά στην ψυχή χαρά αναίτιο και δάκρυα και παρηγορία. Και σαν μικρό νήπιο ενόμιζα πώς κρατούσα στα χέρια μου καρπό και όχι καταστροφή.
40. «Πάν αμάρτημα, ό εάν ποιήση άνθρωπος, εκτός του σώματός εστίν, ο δε πορνεύων είς το ίδιον σώμα αμαρτάνει» (Α΄ Κορ. ς΄ 18). Αυτό οπωσδήποτε λέγεται, διότι μολύνουμε το ίδιο το σώμα μας, με την ρεύσι, πράγμα πού είναι αδύνατον να συμβή με άλλη αμαρτία. Εγώ ερευνώ για ποιόν λόγο συνηθίσαμε να λέγωμε, προκειμένου για οποιαδήποτε αμαρτία, μόνο ότι σφάλλουν οι άνθρωποι, ενώ όταν ακούσωμε πώς κάποιος επόρνευσε, λέγομε με οδύνη: ο τάδε έπεσε.
41. Το ψάρι φεύγει γρήγορα μακρυά από το αγκίστρι, και η φιλήδονη ψυχή αποστρέφεται υπερβολικά την ησυχία.
42. Όταν ο διάβολος θελήση να συνδέση δύο μεταξύ τους με αισχρό δεσμό, εξετάζει καλά και τα δύο μέρη και αρχίζει να θέτη το πύρ από τα αδύνατα σημεία που ανακαλύπτει.
43. Πολλές φορές αυτοί πού ρέπουν στην φιληδονία φαίνονται συμπαθείς και ελεήμονες και ευκατάνυκτοι. Εκείνοι όμως πού αγωνίζονται επιμελώς για την αγνότητα δεν παρουσιάζουν με όμοιο τρόπο τις αρετές αυτές.
44. Κάποιος γνωστικός μου έθεσε ένα δυσχερέστατο πρόβλημα. «Ποια αμαρτία, μου είπε, είναι βαρύτερη απ΄ όλες, εξαιρέσει του φόνου και της αρνήσεως»; Και όταν εγώ του απήντησα «το να πέση κανείς σε αίρεση», εκείνος με ξαναρώτησε: «Και πώς η Ορθόδοξος Εκκλησία δέχεται τους αιρετικούς, και μετά τον ειλικρινή αναθεματισμό της αιρέσεώς των, τους αξιώνει της Θείας Μεταλήψεως, ενώ όποιον επόρνευσε τον δέχεται μέν μετά την εξομολόγησί του και την διόρθωσί του, αλλά τον στερεί επί χρόνους των Αχράντων Μυστηρίων, σύμφωνα με τις διατάξεις των Αποστολικών Κανόνων»; Και ενώ εγώ έμεινα κατάπληκτος με την ερώτησι, το άλυτο πρόβλημα παρέμεινε άλυτο.
45. Ας ερευνήσωμε και ας μετρήσωμε και ας προσέξωμε ποια είναι η γλυκύτης πού δημιουργείται μέσα μας, όταν ψάλλωμε ηδονικά επηρεασμένοι από τον δαίμονα της πορνείας, και ποια προέρχεται από τα λόγια του Αγίου Πνεύματος και από την μυστική τους χάρι και δύναμι.
46. Μην ξεγελασθής, ώ νέε! Μου έτυχε να ιδώ μερικούς να προσεύχωνται ολόψυχα για πρόσωπα πού τα αγαπούσαν πολύ. Και ενώ τους κινούσε το πνεύμα της πορνείας, ενόμιζαν ότι εκπληρώνουν τον νόμο της αγάπης!
47. Είναι δυνατόν να μολυνθή το σώμα με μία απλή επαφή, διότι δεν υπάρχει καμμία αίσθησις πιο επικίνδυνη από την αφή.
48. Να ενθυμήσαι αυτόν πού ετύλιξε το χέρι με το κάλυμμα της κεφαλής [5]. Και να ακινητοποιής το χέρι σου, ώστε να μην εγγίζη οποιοδήποτε μέλος είτε του ιδικού σου είτε ξένου σώματος.
49. Νομίζω πώς κανείς δεν μπορεί να λέγεται πραγματικά άγιος, αν δεν μεταποιήση το χώμα τούτο -δηλαδή την σάρκα- σε αγιασμένο χώμα? εάν βέβαια είναι κατορθωτή αυτή η μεταβολή.
50. Όταν πέφτουμε στο στρώμα, άς έχουμε άγρυπνη την προσοχή, διότι τότε ο νους παλεύει μόνος του με τους δαίμονες χωρίς την συνεργασία του σώματος. Και αν φανή φιλήδονος, γίνεται εύκολα προδότης.
51. Η μνήμη του θανάτου ας κοιμηθή και ας ξυπνήση μαζί σου, καθώς η μονολόγιστη ευχή του Ιησού. Καμμία βοήθεια δεν θα βρής στον ύπνο ανώτερη από αυτά.
52. Μερικοί αποφαίνονται δογματικά ότι οι σαρκικοί πόλεμοι και οι εκκρίσεις προέρχονται μόνο από την πολυφαγία. Εγώ όμως έχω ιδεί ανθρώπους να είναι βαρειά ασθενείς και να νηστεύουν υπερβολικά, και έν τούτοις να μολύνωνται υπερβολικά από εκκρίσεις.
53. Ερώτησα κάποτε έναν από τους πιο ικανούς διακριτικούς μοναχούς, σχετικώς με τα θέματα αυτά, και με εδίδαξε με πολλή σαφήνεια ο μακάριος.
«Συμβαίνει, μου είπε ο αοίδιμος, καθ΄ ύπνους έκκρισις από την πολυφαγία και την ανάπαυσι. Άλλοτε προέρχεται από την υπερηφάνεια, όταν αισθανθούμε έπαρσι, διότι επί πολύν καιρό δεν μας συνέβη έκκρισις. Και άλλοτε πάλι είναι αποτέλεσμα της κατακρίσεως του πλησίον. Εξ αυτών των περιπτώσεων οι δύο πρώτες παρατηρούνται και στους αρρώστους μάλλον και οι τρείς. Εάν δε κάποιος βλέπη τον εαυτόν του καθαρό από όλες τις αιτίες που αναφέραμε, είναι μακάριος πού έφθασε σε τέτοια απάθεια, και ό,τι έπαθε ήταν αποκλειστικά αποτέλεσμα του φθόνου των δαιμόνων. Και αυτό το επέτρεψε ο Θεός ύστερα από αρκετό καιρό, ώστε με ένα αναμάρτητο πάθημα να αποκτήση την πιο υψηλή ταπείνωσι».