
Η ζυγαριά τού Χριστού καί αλοίμονό μας στήν ώρα τής Κρίσεως…
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
«Πολλοὶ ἀπὸ Ανατολῶν καὶ Δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων» (Ματθ. 8,11-12)
Ὅσοι ἀπὸ μᾶς, ἀγαπητοί μου, δὲν μᾶς ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πᾶμε στοὺς Ἁγίους Τόπους, μποροῦμε τώρα νοερῶς νὰ βρεθοῦμε ἐκεῖ· μᾶς βοηθεῖ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 8,5-13).
Μᾶς μεταφέρει μὲ τὰ φτερὰ τῆς φαντασίας ἐκεῖ ποὺ εἶνε ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς καὶ ἡ χαριτωμένη «λίμνη Γεννησαρὲτ» ἢ «θάλασσα τῆς Γαλιλαίας τῆς Τιβεριάδος» (Λουκ. 5,1. Ἰω. 6,1· 21,1). Ἐκεῖ στ᾽ ἀκρογιάλια τῆς λίμνης αὐτῆς ὁ μεγάλος ψαρᾶς, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἐρχόταν τακτικὰ καὶ ἔρριχνε τὰ πνευματικά του δίχτυα, γιὰ νὰ συλλαμβάνῃ τοὺς λογικοὺς ἰχθῦς εἰς ζωὴν αἰώνιον.
* * *
Ἐκεῖ λοιπὸν εἶνε καὶ ἡ πόλις «Καπερναοὺμ ἡ παραθαλασσία» (Ματθ. 4,13). Οἱ κάτοικοί της ἦταν βέβαια ὅλοι Ἰουδαῖοι, ὑπῆρχε ὅμως ἐκεῖ τότε καὶ ἕνας μὴ Ἰουδαῖος· δὲν ἦταν ἀπόγονος τοῦ Ἀβραὰμ τοῦ Ἰσαὰκ τοῦ Ἰακώβ, τῶν μεγάλων πατριαρχῶν τῆς παλαιᾶς διαθήκης· δὲν εἶχε γνωρίσει τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἦταν εἰδωλολάτρης.
Βρέθηκε ἐκεῖ λόγῳ θέσεως, ὡς ἀξιωματικὸς τῶν λεγεώνων τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Εἶχε τὸ βαθμὸ τοῦ ἑκατοντάρχου, τοῦ λοχαγοῦ· ἦταν ὁ φρούραρχος διοικητὴς τῆς Καπερναούμ. Διότι τότε τὸ σπαθὶ τῆς ῾Ρώμης κυριαρχοῦσε σ᾽ ὅλο τὸν κόσμο.
Αὐτὸς ὅμως ὁ ῾Ρωμαῖος εἰδωλολάτρης ἦταν –προσέξτε– ὁ καλύτερος ἀπ᾽ ὅλους τοὺς ἰουδαίους, ὄχι μόνο τῆς Καπερναοὺμ ἀλλὰ καί ὅλου τοῦ Ἰσραήλ! Δὲν τὸ λέω ἐγώ· αὐτὴ εἶνε ἡ κρίσις τοῦ Χριστοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 8,10).
–Εἰδωλολάτρης αὐτός, θὰ πείτε, ἦταν ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς ἰουδαίους; Ναί, διότι τὸν στόλιζαν τρεῖς μεγάλες ἀρετές.
Εἶχε μιὰ ἀγάπη μεγάλη, ἀφοῦ φρόντιζε γιὰ ἕνα δοῦλο του, σὲ καιρὸ ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν τοῦ ἔδιναν καμμιά σημασία. Εἶχε ἀκόμη μιὰ πίστι βουνό· πίστευε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε πιὸ δυνατὸς ἀπ᾽ ὅλους τοὺς βασιλιᾶδες τῆς γῆς, ἀκόμη κι ἀπὸ τὸν καίσαρα. Εἶχε τέλος μία ταπείνωσι θαυμαστή· μολονότι ἀξιωματοῦχος τῆς κραταιᾶς ῾Ρώμης, ποὺ τὴν ἔτρεμαν ὅλοι, αὐτὸς θεωροῦσε τὸν ἑαυτό ἕνα τίποτα μπροστὰ στὸ Χριστό, τὸν βασιλέα τοῦ κόσμου.
Γι᾽ αὐτὸ στὴ ζυγαριὰ τοῦ Κυρίου αὐτὸς ἦταν ἀνώτερος. Ἀλλιῶς ζυγίζουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀλλιῶς ὁ Χριστός. Καὶ γι᾽ αὐτὸ ὄχι μόνο τὸν ἐπαινεῖ, ἀλλὰ καὶ τὸν βραβεύει θεραπεύοντας αὐτοστιγμεὶ τὸν ὑπηρέτη του. «Ὕπαγε», τοῦ λέει, «καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι», νὰ γίνῃ αὐτὸ ποὺ ζήτησες…
++++++++++++++++++++++