«Μιμήσου αυτούς που είδανε τον Θεό. Σου δείχνουνε τον τρόπο για να το κατορθώσεις…»

Η ζέστη να ψήνει τον τόπο. Τα τζιτζίκια να «σκάνε». Ελάχιστο νερό, καθόλου φαγητό, ίσως μερικά παξιμάδια. Τόπος απαράκλητος. Κι όμως κάποιες φιγούρες ανθρώπινες κινούνται εκεί στον τόπο. Το μικρό εκκλησάκι του Τιμίου Προδρόμου καθημερινά λειτουργεί.

Το βράδυ, τα μικρά φιτιλάκια από τα καντήλια χορεύουν στους ρυθμούς της νήψης, της προσευχής, της χαρμολύπης. Τα ράσα ιδρωμένα από τις μετάνοιες. Τα μάτια κουρασμένα από την αγρυπνία. Τα σώματα σκελετωμένα από την νηστεία. Κι όμως βασιλεύει ειρήνη κι ανάπαυση. Εκεί που η λογική διαλαλεί παράνοια, εκεί έρχεται η Χάρις και κάνει το αφύσικο/το παράλογο/το δύσκολο, φυσικό και λογικό και εύκολο.

Όλα γίνονται μέσα στην υπακοή. Όλα γίνονται ελεύθερα. Ελεύθερα βρίσκονται εκεί οι άνθρωποι αυτοί. Ελεύθεροι από την ύλη, από τις μέριμνες, από τους περισπασμούς της ματαιότητας. Ελεύθεροι κινούνται μέσα στους ασκητικούς κόπους. Ελεύθερα πονούν για τον Θεό τους. Θέλουν και το κάνουν. Κανείς δεν τους βιάζει. Οι ίδιοι γίνονται βιαστές της ζωής τους. Οι ίδιοι κρίνουν αυστηρά τον εαυτό τους και τον γλιτώνουν από την αιώνια κρίση Του.

Απαράκλητος τόπος· μα τότε γιατί κάθονται εκεί; γιατί παραμένουν σ’ αυτήν την κατάσταση που μοιάζει με κόλαση; Απαράκλητος τόπος· μα η παράκληση που νιώθουν αναπληρώνει την πείνα, την δίψα, τους πόνους που νιώθουν. Παράκληση Θεία έρχεται και τους επισκιάζει. Δεν υπάρχει λογική εξήγηση σ’ αυτό. Υπάρχει όμως Χριστός. Μέσα από Αυτόν όλα εξηγούνται, όλα βιώνονται και πορεύονται.

Ένα μικρό εκκλησάκι στον δρόμο προς την Μικρή Αγία Άννα, ένα μικρό σπήλαιο για σπίτι και μια αυλή που μοιάζει πιο πολύ με βεράντα δυο μέτρων που ανοίγεται στο πέλαγος.

Μείνανε άνθρωποι εκεί, με σάρκα και αίμα, με λογική και μόρφωση, με νιότη και ομορφιά. Μείνανε άνθρωποι εκεί για χρόνια. Ήταν το σπιτικό τους, ήταν ο τόπος της άσκησής τους, της υπακοής τους, της καθάρσεώς τους, της προσευχής τους. Ήταν η δική τους “Γεσθημανή”, ο δικός τους «Γολγοθάς», το δικό τους «Μνήμα» απ’ όπου αναστήθηκαν «εν ετέρα μορφή».

Εδώ δώσανε αίμα και λάβανε πνεύμα, εδώ κλάψανε και διψάσανε και λάβανε “ύδωρ ζων”. Εδώ παραιτήθηκαν από την ζωή τους και λάβανε ζωή και φως.

Εδώ, σ’αυτήν την ακρούλα της γης γίνανε θεόπτες. Άνθρωποι που δεν τους έπιανε το μάτι τους. Θα τους έλεγες “χαζούς και αγαθούς”. Κι όμως είδανε τον Θεό, είδανε το Φως.

Δεν τα κατάφεραν χωρίς κόπο και πρόγραμμα. Χρειάζεται πρόγραμμα και κόπο και θυσίες και ξεβόλεμα και βία για να ζήσεις την εν Χριστώ ζωή. Όποιος λέγει κάτι διαφορετικό λέγει ψέμματα. Όποιος προτείνει κάτι άλλο είναι ψεύτης. Χρειάζονται όλα αυτά διότι είμαστε γεμάτοι εγωισμό και πάθη. Γι’ αυτό και χρειάζεται η άσκηση, γι’αυτό και χρειάζεται πρόγραμμα και βία πνευματική προς τον καλομαθημένο μας εαυτούλη. Δεν είναι αυτοσκοπός ο πόνος και το ασκητικό φρόνημα, αλλά είναι ο μόνος δρόμος για να βγούμε από το εγώ μας, για να θεραπευτούμε από τα πάθη μας και να οδηγηθούμε στη επίτευξη του σκοπού ύπαρξής μας που είναι ο αγιασμός.

Σαν αυτή την ακρούλα του Αγίου Όρους κάνε το δωμάτιό σου, κάνε έναν τόπο (όποιον θέλεις εσύ) της καθημερινότητάς σου. Θα σε πούνε χαζό και ανόητο, θα σε πούνε ακραίο και παράξενο, θα σε πούνε παράλογο και φανατικό. Μην ακούσεις κανέναν! Εσύ μιμήσου τους Αγίους όχι τους πολλούς. Μιμήσου αυτούς που είδανε τον Θεό. Σου δείχνουνε τον τρόπο για να το κατορθώσεις. Χωρίς εκπτώσεις, χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς μετριοπάθεια.

Πολλοί μιλούν για μια εν Χριστώ ζωή που μπορεί να κατορθωθεί με έναν συνδυασμό κοσμικότητας και πνευματικότητας. Αυτό δεν γίνεται! Χωρίς ιδρώτες πνευματικούς δεν πρόκειται να προκόψεις στην εν Χριστώ ζωή.

Εάν ιδρώνεις μόνο στα γυμναστήρια (και από την άλλη ούτε μια μετάνοια δεν κάνεις), εάν ξενυχτάς σε μπαρ (και από την άλλη αδυνατείς να πας σε μια αγρυπνία), εάν αγκομαχάς από το πολύ φαγητό, εάν πρήζεσαι από τον πολύ ύπνο, εάν αναπαύεσαι μέσα στις σαρκικές ηδονές, εάν απαξιώνεις τον Θείο Νόμο, εάν δεν εκκλησιάζεσαι…μην πλανάσαι, ούτε ζεις χριστιανικά, ούτε έχεις ελπίδα σωτηρίας. Όχι γιατί ο Θεός δεν σε αγαπά, αλλά διότι εσύ δεν αγαπάς τον Θεό, αλλά αγαπάς τον εαυτούλη σου, την αμαρτία σου, το βόλεμά σου, την σάρκα σου, τα πάθη σου.

Οι Άγιοι, μας δείχνουν τον τρόπο αγιασμού μας, μας δείχνουν τον τρόπο ζωής που ευαρεστεί τον Θεό. Και φυσικά δεν αναφέρομαι σε μια ζωή μέσα στην ερημιά αλλά σε μια ζωή μέσα στην άσκηση και την προσευχή (που μπορεί να γίνει και μέσα στον κόσμο, αρκεί να θέλουμε), την καθαρότητα και την προσοχή· μια ζωή μέσα στα Μυστήρια και την μετάνοια, την υπακοή και την ταπείνωση, την συγχώρεση και την αγάπη.

Την αγιότητα την φέρνει η Χάρις. Και η Χάρις του Θεού δεν έρχεται στην ζωή μας εάν ζούμε με αμέλεια και νωθρότητα, μακρυά από την Μυστηριακή ζωή, μακρυά από την υπακοή στην Εκκλησία του Σωτήρος Ιησού Χριστού.

Οι Άγιοι της Εκκλησία μας, τιμούνται σήμερα από όλους εμάς, όχι γιατί ήταν ευγενείς και χαμογελαστοί, ρήτορες και ευδιάθετοι αλλά διότι είχανε μία καθαρή ζωή, μία ζωή που μοσχοβολούσε θυμίαμα και ασκητικούς αγώνες. Τους τιμούμε και δι’αυτού του τρόπου αποδεχόμαστε ότι είναι και τα δικά μας πρότυπα ζωής.

Μακάρι όλοι μας και πρώτος εγώ να αποκτήσουμε την μετάνοια και το ασκητικό φρόνημα αυτών των ανθρώπων που από την επίγεια ζωή τους συνάντησαν τον Σωτήρα μας Χριστό μέσα στο φως της Αναστάσεως που όλα τα δίνει νόημα βαθύ και αιώνιο.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

πηγή: imverias

simeiakairwn

Αφήστε μια απάντηση