
Ξυπνάτε!
Κόσμε, γλέντα, διασκέδαζε, ὀργίαζε, μοίχευε, μάζευε λεπτά. Ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, Ἰοῦδαι τῆς ἀνθρωπότητος, κτίζετε κατοικίες, πολυκατοικίες καὶ διαμερίσματα· ἀγοράζετε αὐτοκίνητα, κόττερα καὶ ὅ,τι ἄλλο θέλετε.
Μαζεύετε λοιπόν, γλεντᾶτε καὶ διασκεδάζετε· ἀλλὰ πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μας κρέμεται ἡ σπάθη τοῦ Δαμοκλέους. Ἀπὸ μία κλωστὴ κρέμεται ἡ ζωὴ τοῦ κόσμου· καὶ ἐὰν αὐτὴ κοπῇ, οὐαί τῷ κόσμῳ.
Ξυπνᾶτε!
Ξύπνα, κόσμε. Ξυπνᾶτε, πλούσιοι καὶ φτωχοί.
Ξυπνᾶτε, ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς τοῦ Ὑψίστου.
Ξύπνα κ᾿ ἐσύ, Αὐγουστῖνε, διότι τὸ τέλος σου ἐγγίζει – ποιός ξέρει ἂν τὸ ἔτος αὐτὸ δὲν εἶνε τὸ τελευταῖο τῆς ζωῆς μου;
Ξύπνα κ᾿ ἐσύ, Ἑλλάς, ποὺ κοιμᾶσαι ἐνῷ οἱ ἐχθροὶ ἑτοιμάζονται…
Ἁμαρτήσαμε ὅπως οἱ Νινευῖται, καὶ πρέπει νὰ μετανοήσουμε ὅπως οἱ Νινευῖται.
Καὶ ὁ Θεός, ποὺ εἶνε πατέρας, θὰ κάνῃ τὸ ἔλεός του….
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ π. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ +
«Ο άνθρωπος σ’ αυτόν τον κόσμο επιθυμεί διάφορα: επιθυμεί την ανάπαυση, τη χαρά, τις διασκεδάσεις, θέλει να καλοτρώει, να θυμώνει, να βρίζει, να κλέβει, να χτυπά…
Όλα αυτά είναι στην εξουσία του να τα κάνει.
Αν όμως όλα αυτά τα στερηθεί και πιέζει την θέλησή του, ώστε να μην τα κάνει, θάβει το θέλημά του.
Και αν τον βρίσουν, δεν ομιλεί, εάν τον αδικήσουν, χαίρεται, αν του πουν λόγο σκληρό, μακροθυμεί και ο,τιδήποτε και αν του συμβεί, υπομένει.
Όσο καταφρονείται και θάβει το θέλημά του, τόσο περισσότερο πνευματικό καρπό θα φέρει».
Όσιος Άνθιμος της Χίου
Ο Απόστολος Παύλος λέει τον εαυτό του “πρώτο από τους αμαρτωλούς”
Και ποιος είμαι λοιπόν εγώ, ο χειρότερος, ο πιο αναίσθητος και πιο αδύνατος από όλους; Τι να ονομάσω τον εαυτό μου;
Ο Αβραάμ αποκαλεί τον εαυτό του “χώμα και στάχτη”· ο Δαβίδ, “ψόφιο σκύλο και ψύλλο μεταξύ των Ισραηλιτών”· ο Σολομών, “μικρό παιδί που δεν ξεχωρίζει δεξιά ή αριστερά”. Οι τρεις παίδες λένε: “Γίναμε ντροπή κι ονειδισμός”· ο προφήτης Ησαΐας λέει: “Ταλαίπωρος που είμαι!”· ο προφήτης Αββακούμ λέει: “Εγώ είμαι μικρός στην ηλικία”. Ο απόστολος Παύλος λέει τον εαυτό του “πρώτο από τους αμαρτωλούς”· και όλοι οι άλλοι Άγιοι λένε ότι δεν είναι τίποτε.
Εγώ λοιπόν τι θα κάνω; Που θα κρυφτώ από τις πολλές μου αμαρτίες; Τι θα γίνω εγώ που είμαι μηδέν, και χειρότερος από το μηδέν; Γιατί το μηδέν δεν αμάρτησε, ούτε ευεργετήθηκε όπως εγώ. Αλοίμονο, πώς θα περάσω τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μου; Πώς θα ξεφύγω τις παγίδες του διαβόλου; Οι δαίμονες είναι άγρυπνοι και άυλοι, κι ο θάνατος κοντά, κι εγώ αδύνατος.
Κύριε βοήθησέ με, μην αφήσεις το πλάσμα σου να χαθεί, αφού Εσύ νοιάζεσαι για μένα τον άθλιο. Φανέρωσέ μου Κύριε, δρόμο να βαδίσω, γιατί σε Σένα ανύψωσα την ψυχή μου. Μη μ’ εγκαταλείψεις Κύριε, Θεέ μου, μην απομακρυνθείς από μένα· πλησίασε και βοήθησέ με, Κύριε της σωτηρίας μου». Και έτσι συντρίβεται η ψυχή από αυτά τα λόγια, αν έχει κάποια αίσθηση. Κι όταν πολυκαιρίσει κανείς σ’ αυτά και αποκτήσει το θείο φόβο.
Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός