Πῶς εὐχαριστοῦμε τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον;

Τήν Παναγία εὐχαριστοῦμε γιά ὅλες τίς ἀμέτρητες δωρεές της, πού προσφέρει σέ μᾶς τούς ἁμαρτωλούς· «ἀπολαύοντες, Πάναγνε, τῶν Σῶν δωρημάτων, εὐχαριστήριον ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον οἱ γινώσκοντές σε Θεομήτορα».

Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, ὅταν ἀναγνωρίζουμε τή θέση της μέσα στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πού ἐγέννησε ἀσπόρως τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι Θεομήτωρ.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: «Θεοτόκον κυρίως καί ἀληθῶς κηρύττομεν τήν Ἁγίαν Παρθένον, διότι ὅπως εἶναι Θεός ἀληθής ὁ ἐξ αὐτῆς γεννηθείς, ἔτσι καί ἀληθής Θεοτόκος εἶναι καί ἡ γεννήσασα τόν ἀληθινόν Θεόν»!

Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, διότι μᾶς πρόσφερε ἕνα μοναδικό ἀνεκτίμητο δῶρο, τή σάρκωση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἐδώρισε τό πάναγνο σῶμα της γιά τή σωτηρία μας. Ἡ προσφορά της αὐτή εἶναι τό μεγαλύτερο δῶρο πρός τό ἀνθρώπινο γένος!

Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία μέ ὕμνους, μεγαλυνάρια, λόγους καί ὕμνους δοξαστικούς, πού ἔχει καθιερώσει ἡ Ἐκκλησία, γιά νά δοξάσει τό ὑπερύμνητο Θεῖο Πρόσωπό Της.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: «Ἀληθινά δέν ὑπάρχει γλῶσσα ἀνθρώπου, μήτε ὑπερκόσμιος ἀγγελικός νοῦς, πού νά μπορεῖ ἐπάξια νά ὑμνήσει Ἐκείνη, μέ τήν ὁποία μᾶς δόθηκε ἡ δυνατότητα νά θεωροῦμε καθαρά τή δόξα τοῦ Κυρίου»!

Τό «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβὶμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφὶμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον…» πρέπει νά τό λέμε τακτικά καί τούς Χαιρετισμούς καί τίς Παρακλήσεις της.

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος εὐχαριστεῖται, ὅταν προσευχόμαστε γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί γιά ἐκείνους, πού εἶναι μακρυά ἀπό τόν Θεόν, μᾶς ζητᾶ νά προσευχόμαστε γιά τήν μεταστροφή τους στόν Υἱό Της.

Γιά νά εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, πρέπει νά πλησιάζουμε τόν Κύριον μέ ἀγάπη. Νά προσευχόμαστε πάντοτε. Νά Τόν δοξολογοῦμε καί νά Τόν ὑμνοῦμε μέ τήν καθαρή ζωή μας. Νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Ὁ Υἱός της νά εἶναι ὁ ὁδηγός καί ὁ φάρος τῆς ζωῆς μας. Νά εἴμαστε ὑπάκουοι στό Ἅγιο θέλημά Του. Νά προοδεύουμε στήν πνευματική ζωή, γιά νά ἔχουμε καί πνευματική ἕνωση μέ τόν Θεό.

Πότε εἰσακούεται ἡ προσευχή μας πρός τήν Παναγία;

Ὅταν ἡ πίστη μας εἶναι ἀληθινή, Ὀρθόδοξη καί δέν παρασύρεται ἀπό οἰκουμενιστικές και ἄλλες αἱρετικές πλάνες καί ἀπό ἀμφιβολίες στή Θεία βοήθεια. Ὅταν δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας, ἀλλά μέ θέρμη ἐσωτερική καί μέ βεβαιότητα προστρέχουμε στή στοργική Μητέρα τοῦ Θεοῦ γιά τή βοήθειά της.
Ἐκεῖνος, πού στηρίζεται ὁλοκληρωτικά στόν Θεό καί στήν Παναγία, δέν ἀμφιβάλλει γιά τή θεία βοήθειά Τους, δέν τρομοκρατεῖται ἀπό ἰούς, δέν δέχεται νά κάνει τά νέα ἀντίθεα ἀνήθικα ἐπικίνδυνα ἐμβόλια καί προσκυνάει ἄφοβα τήν ἁγία Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου χωρίς μάσκα.

Ὅταν προστρέχουμε μέ ταπείνωση στήν Παναγία, δείχνουμε τήν ἀγάπη πρός τό Θεῖο Πρόσωπό της. Ὁ Θεός εὐλόγησε πλουσίως τήν Παναγία, καθ’ ὅτι «ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης Αὐτοῦ» (Λουκ. Α΄ 48).
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δέν ὑπερηφανεύθηκε, πού κατέστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀντιθέτως ταπεινώθηκε διαβιῶντας στή γῆ ταπεινά καί ἀπέριττα χωρίς τή δόξα τοῦ κόσμου. Τό φρόνημα τῆς ταπείνωσής της παραμένει παράδειγμα πρός μίμηση, γιά νά ἀποφεύγουμε κάθε ἐγωιστική διάθεση τῆς ψυχῆς μας.
Μόνο μιά ταπεινή προσευχή, μαζί μέ καθαρή ζωή, χωρίς ἐγωισμό, γίνεται δεκτή στόν Τριαδικό Θεό: «ἐπέβλεψεν ἐπί τήν προσευχήν τῶν ταπεινῶν καί οὐκ ἐξουδένωσε τήν δέησιν αὐτῶν» (Ψαλμ. ΡΑ΄ 18).

Ὅταν δείχνουμε ἀπεριόριστη ἀγάπη στό Χριστό, πού φαίνεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, «ὁ ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με» (Ἰωάν. ΙΔ΄ 21).

Εἶναι σημαντικό νά ἀγαποῦμε τόν Τριαδικόν Θεόν μας μέ ὅλη μας τήν καρδιά. Πόσο ἀγαποῦμε τόν Θεόν, φαίνεται ἀπό τό πόσο χρόνο τῆς ἡμέρας σκεπτόμαστε Αὐτόν.
Ὅσο περισσότερο ἀγαποῦμε τόν Θεόν καί Τόν τιμοῦμε μέ τή ζωή μας, τόσο περισσότερο ζοῦμε ἀληθινά ἐν Χριστῷ καί τιμοῦμε τήν Παναγία καί ὅλους τούς Ἁγίους άντιστεκόμενοι σέ κάθε εἴδους ἁμαρτία.
Ἡ δυνατή πίστη εἶναι στήριγμα στά δεινά τῆς ζωῆς καί μᾶς δίνει τήν δύναμη νά μήν ὑποκύπτουμε σέ ἀντιχριστιανικούς ἐκβιασμούς (π.χ. νέα ἐμβόλια, νέες ταυτότητες κ.ἄ.)

Ἔτσι ἡ προσευχή μας θά εἶναι εὐπρόσδεκτη καί θά εὐεργετηθοῦμε πλουσιοπάροχα μέ τίς Θεῖες δωρεές Του.

Καί τό σπουδαιότερο, ὅταν ἔχουμε ὑπομονή στίς θλίψεις καί ἐπιμονή στίς παρακλήσεις μας. Μέσα στίς θλίψεις δοκιμάζεται ἡ πίστη μας πόσο ἀνθεκτική εἶναι στούς ἀνέμους τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ὀλιγοπιστίας «τό δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν» (Ἰακ. Α΄ 3).

Ἡ ὑπομονή γίνεται γέφυρα ἕνωσής μας μέ τόν Θεόν, γιά νά εἰσακουσθεῖ ἡ προσευχή μας. Ἄνθρωποι μέ ὑπομονή εἶναι ἐκεῖνοι, πού ἔχουν διαπεράσει ἀπό πολλές θλίψεις στή ζωή τους καί εἶναι ἀνθεκτικοί στούς πειρασμούς.

Νά ὑπάρχει θερμή προσευχή, πού νά συγκλονίζει τήν καρδιά μας ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Μιά προσευχή, πού ἔχει δείγματα ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης καί ἀφοσίωσης στόν Θεόν, γίνεται δεκτή καί εὐάρεστη. Ἡ προσευχή μᾶς βοηθεῖ νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί ἀπό κάθε κακή ἐπιθυμία μας. Ἡ καθαρή προσευχή δείχνει πόσο ἀγαποῦμε τόν Θεόν. Μιά θερμή προσευχή, πού βγαίνει μέσα ἀπό καθαρή καρδιά, εἰσακούεται ἀπό τόν Θεόν.

Ἀνάγκη εἶναι νά συνεργεῖ μέ τήν προσευχή καί ἡ νηστεία, διότι λέγει ὁ Κύριος: «τοῦτο δέ τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Ματθ. ΙΖ΄ 21). Ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία πρέπει νά συμπορεύονται, γιά νά ταπεινώνουν τό σῶμα καί τήν ψυχή. Εἶναι ἕνας ἀγώνας πνευματικός, πού διέρχεται ἀπό τήν καθολική ψυχοσωματική ἄσκηση. Ἡ νηστεία χρειάζεται γιά τήν πάλη ἐναντίον τῶν δαιμόνων καί τῶν σαρκικῶν παθῶν. Ἡ νηστεία δυναμώνει τήν ψυχή στίς ἀρετές καί ἐνισχύει κατά πολύ τήν προσευχή, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀνυψώνεται πιό εὔκολα ὁ νοῦς μας στόν Θεόν.

Νά ὑπάρχει εἰλικρινής μετάνοια, πού νά φανερώνει τήν ἐσωτερική συντριβή τῆς καρδιᾶς μας καί τή μεταστροφή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ μετάνοια ἐκδηλώνεται στήν ταπεινή ψυχή, πού διψᾶ γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν της καί δέεται μέ δάκρυα γιά τή σωτηρία της. Ἡ ἐσωτερική μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου ὁδηγεῖ στό νά προκαλέσει τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ πρός βοήθειά του. Ἡ μετάνοια δέν ἀνορθώνει μόνο τήν πεσμένη ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία ἀλλά καί τήν πεσμένη ζωή του ἀπό τά λάθη, τά δεινά καί τίς θλίψεις του.

Πότε δέν εἰσακούεται ἡ προσευχή μας;

Ὅταν κάνουμε ἁμαρτωλή ζωή καί δέ μετανοοῦμε.
Ὅταν ἔχουμε κακία καί δέ συγχωροῦμε.
Ὅταν ἔχουμε ὑπερηφάνεια, κατάκριση καί ἐγωισμό.
Ὅταν ὑπάρχει μέσα μας ὀλιγοπιστία (π.χ.ὁ φόβος γιά τόν κορωνοϊό, πού ὁδήγησε σέ προφυλάξεις ἐντός τῶν Ἱερῶν Ναῶν, ἀποστάσεις, μάσκες κ.λπ.)
Ὅταν ξεχνοῦμε τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν δέν εἶναι γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς μας.

Ἡ Παναγία μᾶς δείχνει τό δρόμο πρός τόν Οὐρανό, γιά νά τόν ἀκολουθήσουμε καί ἐμεῖς, ὥστε νά γίνουμε ἄξιοι τῆς ἀγάπης Της. Ὅπως ἐμεῖς παρακαλοῦμε τήν Παναγία γιά τή δική μας βοήθεια, τό ἴδιο παρακαλεῖ καί Αὐτή τόν Υἱό της γιά τή δική μας σωτηρία. Ἄς μή τή στενοχωροῦμε.

(Ἐπιμέλεια κειμένου: Ἐπ. Ἀθαν.)

Αφήστε μια απάντηση